Τράπεζες: Τα 6 στα 10 ευρώ εξόδων καλύπτονται πλέον από προμήθειες
Οι τράπεζες προετοιμάζονται για τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ και δίνουν βαρύτητα στα εναλλακτικά προϊόντα που διαθέτουν στους πελάτες τους
ο κλείσιμο της «ψαλίδας» σε σχέση με το μέσο ευρωπαϊκό όρο ως προς τη συμβολή των καθαρών εσόδων από προμήθειες στην καθαρή τους κερδοφορία, έχουν πετύχει την τελευταία διετία οι ελληνικές τράπεζες.
Το step up έγινε κατά την εφετινή χρήση, με τις τράπεζες να ενισχύουν σημαντικά τα σχετικά μεγέθη, κυρίως λόγω της αύξησης των εργασιών σε προϊόντα πέραν των χρηματοδοτήσεων.
Τράπεζες: Το 2026 η επιστροφή των εσόδων στα επίπεδα του 2024
Σύμφωνα με τα στοιχεία εννεαμήνου 2024 οι τέσσερις συστημικές τράπεζες εισέπραξαν καθαρά από μη τοκοφόρες δραστηριότητες 1,44 δισ. ευρώ, επίπεδα αυξημένα κατά 18% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο και κατά 24% έναντι του 2022.
Ως αποτέλεσμα, η συμμετοχή τους στα συνολικά έσοδα προσεγγίζει εφέτος το 20% έναντι 16% – 17% κατά την αμέσως προηγούμενη διετία.
Ο κρίσιμος δείκτης για τις τράπεζες
Σύμφωνα με αναλυτές, από εδώ και στο εξής, ενόψει της μείωσης των επιτοκίων, που θα πιέσει το εισόδημα των τραπεζών από τα υφιστάμενα δανειακά χαρτοφυλάκια, κρίσιμος θα καταστεί ένας ακόμη δείκτης.
Ο λόγος γίνεται για το βαθμό κάλυψης των λειτουργικών τους εξόδων από τα καθαρά έσοδα προμηθειών, που σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές κινείται στη ζώνη του 70%.
H διάθεση προγραμμάτων, όπως τα αμοιβαία κεφάλαια, αναμένεται φέτος να οδηγήσει σε ιστορικά υψηλά τα υπό διαχείριση κεφάλαια πελατείας των τραπεζών
Στις τέσσερις μεγάλες τράπεζες ο ίδιος δείκτης διαμορφώθηκε την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2024 στην περιοχή του 58% έναντι 49% το ίδιο διάστημα του 2023 και 47% αντίστοιχα το 2022.
Αυτό σημαίνει ότι σήμερα περίπου 6 στα 10 ευρώ που δαπανούν οι τράπεζες για τη λειτουργία τους καλύπτεται από τα έσοδα προμηθειών.
«Πρόκειται για μία κρίσιμη πτυχή των επιχειρησιακών σχεδίων των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά την περίοδο του φθηνότερου χρήματος που έρχεται», τονίζουν οι ίδιοι κύκλοι.
Όπως λένε, «η μείωση των δαπανών τους κατά την φάση που οι τραπεζικές διοικήσεις θα στοχεύουν σε ενίσχυση των πωλήσεων, θεωρείται πολύ δύσκολη υπόθεση. Το ζητούμενο λοιπόν για να διατηρήσουν τα καθαρά τους κέρδη κοντά στα πολυετή υψηλά της εφετινής χρήσης, είναι τα έξοδα να καλύπτονται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό από έσοδα που δεν επηρεάζονται από τις αποφάσεις της ΕΚΤ για τη νομισματική πολιτική».
Για το λόγο αυτό, συμπληρώνουν, η άνοδος των καθαρών εσόδων από προμήθειες, πέραν της αναγκαίας επιτάχυνσης των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης, αποτελεί προτεραιότητα για τις διοικήσεις τους.
Όπως εκτιμούν, «για να αισθάνονται άνετα σε σχέση με τις προοπτικές ως προς το καθαρό τους αποτέλεσμα, θα πρέπει σε βάθος δύο ετών, το ποσοστό του εισοδήματος από μη τοκοφόρες εργασίες προς τα συνολικά έξοδα, να ανέβει πάνω από το 65%».
Η στρατηγική
Κατά τις παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων τους, οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών ομίλων έχουν καταστήσει σαφές το πλάνο που θα εφαρμόσουν για την περαιτέρω ενίσχυση των μη έντοκων εσόδων κατά τη φάση χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη.
Οι βασικές πτυχές του είναι οι εξής:
1. Αύξηση των πωλήσεων επενδυτικών προϊόντων και ανάπτυξη των υπηρεσιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου
Όταν τα επιτόκια υποχωρήσουν σημαντικά στα προϊόντα σταθερού εισοδήματος, εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω η ζήτηση για εναλλακτικές μορφές επένδυσης, που μπορούν με την ανάληψη του κατάλληλου επιπέδου κινδύνου να προσφέρουν ένα ικανοποιητικό παθητικό εισόδημα.
Η αυξημένη όρεξη των αποταμιευτών για τέτοιου τύπου λύσεις διαφάνηκε τους προηγούμενους μήνες, όσο τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων διατηρούνταν σε χαμηλά επίπεδα.
Εφέτος, η διάθεση προγραμμάτων, όπως τα αμοιβαία κεφάλαια, αναμένεται να οδηγήσει σε ιστορικά υψηλά τα υπό διαχείριση κεφάλαια πελατείας των τραπεζών.
Με τον τρόπο αυτό, θα πετύχουν τη σημαντική αύξηση των εσόδων τους από προμήθειες, τάση που εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί κατά τη διετία 2025 – 2026, όταν τα καταθετικά επιτόκια θα έχουν επιστρέψουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
2. Ενίσχυση της διάθεσης ασφαλιστικών προγραμμάτων
Σε τροχιά ανάπτυξης έχει εισέλθει και ο ασφαλιστικός κλάδος τα τελευταία χρόνια, τόσα στα προγράμματα ζωής / υγείας, όσο και στον τομέα των ζημιών.
Με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής να είναι ήδη εμφανείς και στη χώρα μας, τα κρατικά μέτρα που υποχρεώνουν ορισμένους ιδιοκτήτες να ασφαλίσουν τις περιουσίες τους και δίνουν εκπτώσεις στον ΕΝΦΙΑ, αναμένεται να ενισχύουν τις σχετικές πωλήσεις.
Από την άλλη, ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά στρέφονται στην ιδιωτική ασφάλιση για παροχές υγείας.
Τέλος, η αναμενόμενη άνοδος στα στεγαστικά δάνεια, θα ενισχύσει και τις εργασίες στα προγράμματα ασφάλισης σεισμού και πυρός που είναι υποχρεωτικά.
Πηγή: https://www.ot.gr/
Τα σχόλια είναι κλειστά.