Εορτολόγιο Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025
ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ / Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025, 06:03 / Συν 1
Ο Άγιος Αμφιλόχιος ο Επίσκοπος Ικονίου. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Επίσκοπος Ακραγαντίνων. Ο Όσιος Σισίνιος ο Ομολογητής. Ο Άγιος Διονύσιος ο Α’ Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης. Ο Άγιος Ελένος ο Επίσκοπος Ταρσού. Ο Άγιος Αντώνιος ο Ησυχαστής εκ Ρουμανίας. Κυριακή της Ορθοδοξίας: Κυριακή Θ Λουκά με την παραβολή του άφρονα πλουσίου.
Άμυαλε άνθρωπε! Τη νύχτα αυτή, που την ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας, απαίσιοι δαίμονες ζητούν να πάρουν την ψυχή σου, σε λίγο θα πεθάνεις. Κι όλα αυτά που αποθήκευσες, σε ποιον θα ανήκουν;
Στο ευαγγέλιο Κυριακής Θ Λουκά βλέπουμε ένα από τα φοβερότερα ελαττώματα. Ονομάζεται πλεονεξία. Πλεονεξία είναι το να μη ευχαριστείτε κανείς σ’ αυτά που έχει, αλλά να ζητεί όλο και περισσότερα και ποτέ να μη λέει «Δόξα σοι, ο Θεός». Είναι μια εκδήλωσις του ατομιστικού και εγωιστικού πνεύματος. Στη σημερινή παραβολή βλέπουμε την εικόνα του πλεονέκτου.
Το Ευαγγέλιο, αγαπητοί μου, είναι ένας καθρέφτης, στον οποίον, εάν κοιτάξουμε με προσοχή, θα δούμε τον άθλιο εαυτό μας, τις κακίες και τα πάθη που έχουμε. Έτσι στην Ευαγγελική περικοπή Κυριακής Θ Λουκά ο Κύριος θέλοντας να δείξει πόσο ολέθριο είναι το πάθος της πλεονεξίας είπε την παρακάτω παραβολή.
Κάποιου πλουσίου ανθρώπου τα εκτεταμένα χωράφια απέδωσαν πλούσια παραγωγή.
Κι αντί ο πλούσιος αυτός να χαρεί και να ευχαριστήσει το Θεό για την πλούσια σοδειά, κυριεύθηκε από έγνοιες και συλλογισμούς:
Τι να κάνω; Πού να μαζέψω τους καρπούς που μου περισσεύουν;
Να το λέει ο φτωχός άνθρωπος που δεν έχει ψωμί να φάει, να το λέει ο πολύτεκνος πατέρας που σκέπτεται πως θ’ αποκαταστήσει τα παιδιά του, να το λέει η χήρα που παλεύει με τόσα προβλήματα, να το λέει το ορφανό που έμεινε έρημο; Το λέει αυτός! Έχασε την ειρήνη του, έχασε και τον ύπνο του.
Επί τέλους, αφού βασάνισε το μυαλό του, βρήκε λύση:
«Αυτό θα κάνω! Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα οικοδομήσω μεγαλύτερες. Και θα μαζέψω εκεί όλα τα αγαθά μου!».
Κι ύστερα θα πω στην ψυχή μου:
«Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά και σου φθάνουν για πολλά χρόνια. Μη σκοτίζεσαι πλέον για τίποτε. Τώρα πλέον ήρθε η ώρα να χαρείς με φαγοπότια και διασκεδάσεις!».
Ο δύστυχος! Νόμιζε ότι θα ευτυχήσει με τα πλούτη! Δεν μπορούσε να καταλάβει ότι αυτά δεν κάνουν τον άνθρωπο ευτυχισμένο. Άλλωστε ο ίδιος ζούσε τη δυστυχία και μόνο με τη σκέψη των πολλών αγαθών, πριν ακόμη τα συγκεντρώσει και τα αποθηκεύσει. Δεν μπορούσε να χαρεί τίποτε, διότι η πλεονεξία του τον ταλαιπωρούσε και τον βασάνιζε.
Ήθελε να κρατήσει όλους τους καρπούς για τον εαυτό του. Κι επειδή δεν μπορούσε να το κατορθώσει αυτό, βυθιζόταν σε εναγώνιες σκέψεις. Θα μπορούσε βέβαια να γίνει ευτυχισμένος, εάν έπαιρνε μία γενναία απόφαση.
Να δωρίσει τα αγαθά που του περίσσευαν στους φτωχούς, να χορτάσει τα πεινασμένα τους στόματα, και να ευχαριστήσει το Θεό που του δώρισε μια τέτοια ευφορία και δυνατότητα φιλανθρωπίας. Αλλά επειδή σκοτίσθηκε από την πλεονεξία κατάντησε δυστυχισμένος κι άρρωστος.
Ο κόσμος θα τον θεωρούσε έξυπνο. Αλλά άλλη η γλώσσα του κόσμου, άλλη του Ευαγγελίου. Ας φαινόταν προνοητικός και δημιουργικός. Ο Κύριος λέει, ότι δεν είχε μυαλό κουκούτσι, τον ονομάζει «άφρονα» (ε.α. 12,20).
Γιατί τον ονομάζει άφρονα; Προσέξτε.
Ακούσατε τι λέει:
«Τα γενήματα μου», «τα αγαθά μου» (ε.α. 12,18).
Πόσο αμαρτωλό εκείνο το «μου»! Αυτό θα μας φάει. Ήταν δικά του; Πρώτα-πρώτα ο σπόρος. Μέσα του κλείνει τεραστία δύναμη αναπαραγωγής.
Ποιός του έδωσε τη δύναμη αυτή; Χίλιοι γεωπόνοι και άλλοι επιστήμονες να μαζευτούν, ένα σπόρο δε μπορούν να κάνουν. Ο σπόρος λοιπόν που έσπειρε ο πλούσιος δεν ήταν δικός του.
Έπειτα το χώμα. Για να φυτρώσει ο σπόρος, θέλει χώμα. Τι είναι το χώμα; Άλλο πάλι μυστήριο. Το χώμα που πατούμε έχει τεραστία δύναμη. Χιλιάδες τώρα χρόνια βλαστάνει, φυτρώνει συνεχώς. Είναι γόνιμο, να η αξία του. Πάρτε δυο γλάστρες, μία γεμάτη χρυσάφι και μία γεμάτη χώμα, και σπείρετε σπόρο.
Το χρυσάφι δε φυτρώνει, είναι στείρο, ενώ το χώμα είναι ευλογημένο. Βγάζει δέντρα, καρπούς, άνθη.
Ποιός το έκανε; Ο σπόρος λοιπόν του Θεού, το χώμα του Θεού. Αλλά για να φυτρώσει ο σπόρος στο χώμα θέλει και νερό. Αν ο ουρανός δε βρέξει, ξεράθηκαν τα πάντα. Απαραίτητος είναι και ο ήλιος. Χωρίς τις ακτίνες του τίποτα δεν ευδοκιμεί. Με λίγα λόγια, όλα του Θεού είναι.
Εν τούτοις ο πλούσιος λέει:
Τα αγαθά μου.
Δεν είναι δικά σου, κύριε.
Δεν άκουσες ποτέ το λόγο:
Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής (Ψαλμ. 23,1);
Του Κυρίου είναι και η γη και όλα τα αγαθά της.
Δεν είσαι ιδιοκτήτης, μόνο διαχειριστής.
Είναι όμως ανόητος κι από άλλης πλευράς. «Θα γκρεμίσω», λέει, «τις αποθήκες μου, θα κάνω καινούργιες και θα μαζέψω εκεί τα αγαθά μου». Ζητούσε αποθήκες. Μα υπήρχαν.
Δεν το λέω εγώ, το λέει ο Μέγας Βασίλειος. Ποιές είναι οι αποθήκες; Τα στομάχια των πεινασμένων! Δεν σκέφθηκε ότι δίνοντας στους φτωχούς αποθηκεύει στους ουρανούς. Γι’ αυτό είναι «άφρων».
Είναι ανόητος ακόμα, διότι υπολόγιζε πως θα ζήση «έτη πολλά» (ε.α. 12,19). Έζησε; Ούτε μια νύχτα. Έκανε «λογαριασμό χωρίς τον ξενοδόχο». Ποιός είναι ο «ξενοδόχος»; Ο χάρος!
Εκει που έκανε σχέδια, ακούει:
Έλα εδώ, κι ούτε δευτερόλεπτο αναβολή!
Τι είναι ο άνθρωπος; Μια σταγόνα αίμα στον εγκέφαλο και γίνεται φυτό. Ανόητε, «άφρον»…
Ώστε λοιπόν η πλεονεξία εν τη εσχάτη αναλύσει της είναι αφροσύνη. Εν τούτοις ο άνθρωπος δεν συνετίζεται, δεν λέει ποτέ «φτάνει». Η θάλασσα μπορεί να πει στα ποτάμια «Φτάνει πια το νερό σας», ο χάρος μπορεί να πει στους νεκρούς «Φτάνει πια, χόρτασα από πτώματα».
Ο πλεονέκτης όμως δεν το λέει.
Έκανε ένα εκατομμύριο; Ζητάει δύο, έκανε δύο; ζητάει τέσσερα, πέντε, δέκα, είκοσι εκατομμύρια.
Φοβερό το πάθος:
Ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία (Α Τιμ. 6,10).
Κάνει δυστυχή τον εαυτό του. Υπενθυμίζει κάποιον από τους αρχαίους, που παρακάλεσε, λένε, τους θεούς, ό,τι αγγίζει να γίνεται χρυσάφι, και τον άκουσαν. Άγγιξε πέτρες, δέντρα, λουλούδια, όλα έγιναν χρυσά. Όταν όμως στο σπίτι κάθισε στο τραπέζι, έγιναν χρυσά και το πιάτο και το φαγητό και το ψωμί. Έτσι δεν είχε τι να φάει, και πέθανε από την πείνα. Φάε, λοιπόν, χρυσάφι! Μύθος είναι αυτός, αλλά διδάσκει σε τι παγίδα πέφτει ο πλεονέκτης.
Η πλεονεξία, εκτός από τα άτομα, απειλεί τα έθνη και την κοινωνία σήμερα. Και η μικρή μας πατρίδα κινδυνεύει. Το έθνος μας ήταν πτωχό, δεν είχε επάρκεια. Σιτάρι φέρναμε απ’ έξω, από τη Ρωσία και την Αμερική.
Ρύζι (θυμούμαι στα χρόνια τα δικά μας) δεν υπήρχε ούτε μια φούχτα, ούτε για φάρμακο. Τώρα, δόξα τω Θεώ, όχι μόνο γίναμε αυτάρκεις αλλά έχουμε και πλεόνασμα. Ας είναι καλά οι γεωργοί της υπαίθρου μας αλλά και οι αδελφοί μας οι εργατικότατοι πρόσφυγες, που έδιωξε ο Κεμάλ από τη Μικρά Ασία.
Όλοι αυτοί δούλεψαν σαν μια οικογένεια, και οι πέτρες ακόμα καλλιεργήθηκαν και καρποφόρησαν.
Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως περίμενε ο πλούσιος. Πριν ακόμη προφθάσει να πει στην ψυχή του τα όσα σχεδίαζε, του μίλησε πρώτα ο Θεός:
Άμυαλε άνθρωπε! Τη νύχτα αυτή, που την ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας, απαίσιοι δαίμονες ζητούν να πάρουν την ψυχή σου, σε λίγο θα πεθάνεις. Κι όλα αυτά που αποθήκευσες, σε ποιον θα ανήκουν;
Κι ο Κύριος έκλεισε την παραβολή λέγοντας:
Τέτοιο τέλος θα έχει κι όποιος μαζεύει μόνο για τον εαυτό του τα υλικά αγαθά και δεν αποταμιεύει θησαυρούς στον ουρανό με τα έργα της αγάπης. Θα καταλήξει την τελευταία μέρα ή νύχτα της ζωής του στην αιώνια νύχτα της κολάσεως.
Αλήθεια, έχουμε σκεφθεί εμείς ποτέ πώς θα είναι το δικό μας τέλος, η δική μας τελευταία μέρα ή νύχτα;
Η νύχτα αυτή του πλουσίου της παραβολής ήταν η πιο εφιαλτική και αποτρόπαιη νύχτα της ζωής του. Ήταν η νύχτα την οποία ονειρευόταν ως νύχτα ευτυχίας, και την περίμενε με τη βεβαιότητα ότι θα άρχιζε να απολαμβάνει για πολλά χρόνια ακόμη τα πλούτη του. Εκείνη η νύχτα όμως έγινε γι’ αυτόν νύχτα αγωνίας και τρόμου. Μια νύχτα ατελείωτη και φρικτή.
Διότι όσοι είναι προσκολλημένοι στα υλικά αγαθά, την ώρα του θανάτους τους εισέρχονται σε μία νύχτα φοβερή και ατελείωτη. Εγκαταλείπουν πίσω τους όλα εκείνα για τα οποία μόχθησαν και με πολλές αγωνιώδεις φροντίδες συγκέντρωσαν και απέρχονται πάμφτωχοι, άδειοι από καλά έργα κι απ’ τη χάρη του Θεού. Σκοτάδι απογνώσεως απλώνεται γύρω τους καθώς παραλαμβάνουν την ψυχή τους οι σκοτεινοί δαίμονες.
Για τους δικαίους όμως, για τους ελεήμονες και φιλάνθρωπους, η τελευταία μέρα ή νύχτα είναι η ωραιότερη ανατολή μιας ημέρας ατελεύτητης και άδυτης. Είναι η είσοδος στη Βασιλεία του Θεού.
Είναι φοβερό να έχουμε την κατάληξη του πλουσίου της παραβολής. Γι’ αυτό ας καταπολεμούμε κάθε πλεονεξία, κι ας αποταμιεύουμε τα αγαθά μας στις αποθήκες του ουρανού, μοιράζοντάς τα στους πεινασμένους και ενδεείς.
Για να μην παραλάβουν την ψυχή μας οι απαίσιοι δαίμονες αλλά οι αγαθοί άγγελοι και να την οδηγήσουν στην αγκαλιά του Θεού.
Το πνεύμα του Ευαγγελίου είναι:
Να είσαι ολιγαρκής, εργατικός, δίκαιος, σπλαχνικός. Αρκέσου στα λίγα, τα απαραίτητα, στον «αρτον ημών τον επιούσιον» (Ματθ. 6,11).
Οι ανάγκες του ανθρώπου δεν είναι πολλές, πέντε – δέκα το πολύ. Τώρα ο άφρων άνθρωπος της καταναλωτικής κοινωνίας πλήθυνε τις ανάγκες του σε χιλιάδες. Οι περισσότερες είναι περιττά η και επιβλαβή πράγματα, όπως λ.χ. το τσιγάρο.
Αν λείψουν τα περιττά, ο μικρός πλανήτης μας είναι εφοδιασμένος από τον Δημιουργό με τόσα πλούτη, που αν καλλιεργηθεί σωστά μπορεί να θρέψη πέντε φορές περισσότερο πληθυσμό.
Πότε; όταν μαζί με την ολιγάρκεια υπάρχει ανιδιοτέλεια και δικαιοσύνη, όταν πάψη το «σον» και το «εμόν», όταν η γη δεν ανήκει πλέον στον άλφα και στον βήτα αλλά στο Θεό κατά το «Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής», όταν υπάρχει δικαία κατανομή, όταν το περίσσευμα του ενός πηγαίνει στο υστέρημα του άλλου, όπως λέει ο ποιητής:
Αυτό που περισσεύει, είναι της χήρας, του ορφανού, και μην το σπαταλάτε.
Κ’ εμείς να πολεμήσουμε μέσα στην καρδιά μας την πλεονεξία.
Ο σατανάς λέει
Όλα για τον εαυτό σου, τίποτα για τον άλλον.
Ο Χριστός λέει:
Όλα για τον άλλον!
Η λύσις των προβλημάτων που τυραννούν την ανθρωπότητα είναι μέσα στη Γραφή. Τα είπε ο Χριστός. Τα εφαρμόζουμε; παράδεισος θα γίνει η γη! Δεν τα εφαρμόζουμε; κόλασις θα γίνει η γη. Και γίνεται κόλασις, αφού όλοι, μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, άρχοντες και αρχόμενοι, φύγαμε μακριά από το Θεό.
Το Ευαγγέλιο είναι το χρυσό κλειδί, με το οποίο λύνονται τα ατομικά, τα οικογενειακά, τα εθνικά, τα παγκόσμια προβλήματα.
Πηγή: ekklisiaonline.gr